- νιπτήρας
- lavabo
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
νιπτήρας — νιπτήρας, ο και νιφτήρας, ο εγκατάσταση για το πλύσιμο του προσώπου και των χεριών, αλλ. λαβομάνο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
νιπτήρας — και νιφτήρας, ο (ΑΜ νιπτήρ, ῆρος, Μ και νιπτήρας, ό, και νιπτήρα, ἡ) 1. λεκάνη για νίψιμο 2. εκκλ. σκεύος που βρίσκεται κοντά στην αγία πρόθεση τού ιερού βήματος τού ναού, για να πλένουν οι ιερείς τα χέρια τους πριν από τη θεία λειτουργία, πράξη… … Dictionary of Greek
νιπτῆρας — νιπτήρ washing vessel masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυγονιπτήρας — ο, Ν ο μπιντές, νιπτήρας για τον πρωκτό και τους γλουτούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < πυγή + νιπτήρας] … Dictionary of Greek
θάλασσα — Το σύνολο του όγκου του αλμυρού νερού που καλύπτει τις κοιλότητες της γήινης επιφάνειας και επιτρέπει να προβάλλουν η ηπειρωτική ξηρά και τα νησιά. Με την περιορισμένη έννοια, ο όρος υποδηλώνει ένα οποιοδήποτε, πολύ ή λίγο, ευρύ τμήμα του ίδιου… … Dictionary of Greek
μπιντές — ο χαμηλός νιπτήρας για το πλύσιμο τών ποδιών ή τών γεννητικών οργάνων τών γυναικών. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. bidet < αρχ. γαλλ. bider «τριποδίζω»] … Dictionary of Greek
νάρθηκας — Η μεγάλη στοά στη δυτική πλευρά του χριστιανικού ναού, που εκτείνεται σε ολόκληρο το πλάτος του. Στον ανατολικό τοίχο του ν. υπάρχουν οι τρεις μεγάλες βασιλικές πύλες του ναού, ενώ η δυτική πλευρά του παραμένει συνήθως ανοιχτή. Σε μερικές… … Dictionary of Greek
τρούλλιον — τὸ, ΜΑ, και τρούλιον και τρύλλιον, Α (ως υποκορ. τού τροῡλλα) μαγειρικό σκεύος, πιατέλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. trulleum / trullium «λεκάνη, νιπτήρας»] … Dictionary of Greek
Καστοριά — Πόλη (υψόμ. 700 μ., 14.813 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Καστοριάς. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, στην ανατολική όχθη της ομώνυμης λίμνης. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Η Κ. είναι χτισμένη στο δυτικό τμήμα της μικρής χερσονήσου… … Dictionary of Greek
Οσίου Λουκά, μονή — Μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Ελικώνα, μεταξύ Βοιωτίας και Φωκίδας. Κατά τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή περίοδο αποτελούσε περίφημο πνευματικό και μοναστικό κέντρο της Ελλάδας. Ιδρύθηκε από τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (Καστρί,… … Dictionary of Greek
λαβομάνο — το (λ. ιταλ.), ο νιπτήρας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)